welder$91501$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

welder$91501$ - translation to ελληνικό

Welder qualification

welder      
n. μεταλοκολλητής

Ορισμός

Welder
·noun One who welds, or wields.
II. Welder ·noun A manager; an actual occupant.
III. Welder ·noun One who welds, or unites pieces of iron, ·etc., by welding.

Βικιπαίδεια

Welder certification

Welder certification, (also known as welder qualification) is a process which examines and documents a welder's capability to create welds of acceptable quality following a well defined welding procedure.